Ο μύθος της σπουδαίας ερμηνεύτριας Δαλιδά μένει ζωντανός μέσα από την υπερπαραγωγή του θεάτρου Άλσους «Dalida-La Diva», με πρωταγωνίστρια την Όλγα Βενέτη
Η Δαλιδά ήταν ένα φαινόμενο, βγαλμένο από τα πιο ωραία όνειρα και απόκοσμους εφιάλτες, ήταν αυτή που κατέκτησε την Ευρώπη με τη φωνή της και την επιβλητική παρουσία, που πούλησε εκατομμύρια δίσκους-η μόνη με διαμαντένιο δίσκο στην ιστορία της μουσικής-που τραγούδησε όλα τα είδη και σε διαφορετικές γλώσσες, που έζησε στα κόκκινα επιτυχίες και έρωτες. Ήταν επίσης αυτή που έδωσε τέλος στη ζωή της σε ηλικία μόλις 54 ετών ξέροντας ότι το όνομα της θα μείνει ζωντανό για πάντα. Γιατί όσα χρόνια και αν πέρασαν, η χρυσόσκονη της Δαλιδά εξακολουθεί να σκορπίζεται πάνω στις πιο σκληρές στιγμές του βίου με τα τραγούδια της να ακούγονται ακόμα σαν μια ωραία στιγμή από ένα γλυκό πρωινό στο Πορτοφίνο, σαν έναν αξεπέραστο έρωτα και σαν διαχρονική παρηγοριά σε έναν κόσμο που εξακολουθεί να διψά για σπουδαίες ερμηνείες.
Απόδειξη της ολοζώντανης επιρροής που ασκεί ακόμα η μορφή της Δαλιδά είναι η υπερπαραγωγή που έκανε ρεκόρ εισιτηρίων, πέρυσι στο θέατρο Παλλάς «Dalida-La Diva» με πρωταγωνίστρια την Όλγα Βενέτη και σκηνοθέτη τον Γιώργο Βάλαρη, ένα οπτικοακουστικό θέμα-φόρο τιμής στη σπουδαία ερμηνεύτρια-το οποίο έχουμε ξανά την ευκαιρία να απολαύσουμε αυτή τη φορά στο θέατρο Άλσος στις 16 Σεπτέμβρη.
‘Ολγα Βενέτη: «Τέτοιου είδους μύθοι, όπως η Δαλιδά, είναι από μόνοι τους πρόκληση»
Το μεγάλο ταλέντο είναι που έβαλε την γεννημένη στην Αίγυπτο το 1933 και με καταγωγή από την Ιταλία, Γιολάντα Κριστίνα Τζιλιότι, όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Δαλιδά, στα μεγάλα σαλόνια και την έκανε να αφήσει πίσω της τον καταγάλανο ουρανό του Καΐρου, που αποθέωνε στο «Dans le bleu du ciel bleu» για να βρεθεί στην πόλη του Φωτός δίπλα σε κορυφαία ονόματα όπως τους Σαρλ Αζναβούρ, Χούλιο Ιγκλέσιας και Νανά Μούσχουρη. Παρότι από μικρή μετρούσε απώλειες, όπως αυτή του πατέρα της αλλά και της υγείας της, δεν το έβαζε κάτω: αγνοώντας τις ενστάσεις της οικογένειας της, πήρε μέρος στα καλλιστεία της χώρας της και διακρίθηκε αλλάζοντας εντελώς λουκ και καταφέρνοντας να μεταμορφωθεί από μια ατσούμπαλη έφηβη σε εντυπωσιακή νεαρή παρουσία.
Το ψηλόλιγνο ανάστημα, τα έντονα ανατολίτικα χαρακτηριστικά, η πληθωρική προσωπικότητα και κυρίως η διαμαντένια φωνή ήταν τα βασικά όπλα που της εξασφάλισαν από νωρίς την επιτυχία, με το πρώτο της κιόλας σινγκλ το «Bambino» να δεσπόζει για καιρό στο νούμερο 10 της Γαλλίας σημειώνοντας τη δυναμική εκκίνηση μιας εντυπωσιακής καριέρας.
Η μεταμορφωτική δύναμη της φωνής της που μπορεί να ακούγεται άλλοτε δραματική στο «Je Suis Malade» και άλλοτε πιο χορευτική και ευχάριστη στο «Soleil» αλλά και εντελώς πειστική για ότι μπορεί πραγματικά να πεθάνει για το κοινό της στο «Mourir sur scene» είναι αυτά που τη μετέτρεψαν στην γκραν νταμ του τραγουδιού. Ηταν η εποχή του Ολυμπιά, των μεγαλων θεαμάτων, της ανεμελιάς και ενός lifestyle που έδειχνε την ανάγκη της Ευρώπης να αφήσει πίσω τα τραύματα του πολέμου και του κόσμου να λικνιστεί κάπως πιο αμέριμνα ακούγοντας ευχάριστα τραγούδια. Στις καρδιές όλων αυτών μίλησε η Δαλιδα ως απόλυτο style icon καθώς τολμούσε να λανσάρει ο,τι καινούργιο κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή: από φανταχτερά κοσμήματα και τουαλέτες μέχρι ανδρικά κουστούμια που έφεραν την υπογραφή του καλού της φίλου Ιβ Σεν Λοραν.
«Ίσως για αυτό δεν μπορεί κανείς εύκολα να προσεγγίσει την Δαλιδά» μας λέει η Όλγα Βενέτη, που αποφάσισε να ξαναζωντανέψει τη μεγάλη ντίβα επί σκηνής, μια ερμηνεύτρια που εκτός από την εξωτερική της ομοιότητα με τη Δαλιδά, έχει δοκιμαστεί σε δύσκολα τραγούδια στη σκηνή του Μεγάρου, την Εθνική Λυρική Σκηνή, το Half Note, όπου έχει εμφανιστεί μέχρι τώρα.
«Τέτοιου είδους μύθοι, όπως η Δαλιδά, είναι από μόνοι τους πρόκληση γιατί σε καλούν να τους υπηρετήσεις και όχι απλώς να τους μιμηθείς. Υπήρξαν πολλές κορυφαίες τραγουδίστριες με διαχρονικές επιτυχίες αλλά για μένα η Δαλιδά παρέμενε αξεπέραστη όχι μόνο ερμηνευτικά αλλά ψυχικά. Γι αυτό την προσεγγίζω με ευθύνη, σεβασμό και αξιοπρέπεια, όπως ακριβώς της αρμόζει, θέτω τον εαυτό μου μπροστά σε αυτό το μύθο και προσπαθώ να τον ενσαρκώσω όχι να το υποδυθώ. Κυρίως όμως να τον ερμηνεύσω γιατί εγώ δεν είμαι ηθοποιός αλλά τραγουδίστρια». λέει η Βενέτη καταλήγοντας πως “όταν αγαπάς κάτι βγάζεις ο,τι καλύτερο από την ψυχή σου και το καταθέτεις στο κοινό”, κάτι που έκανε σε τεράστιο βαθμό και η Δαλιδά.
Οι μεγάλοι έρωτες: από τον Τζίτζι έως τον Αλέν Ντελόν
Η Όλγα Βενέτη τονίζει την άμεση σχέση που είχε η κορυφαία ερμηνεύτρια με το κοινό της «που ήταν η αγκαλιά και όχι μόνο η παρηγοριά της, ήταν το alter ego της και η σχέση που δεν την πρόδωσε ποτέ σε αντίθεση με τους μεγάλους της έρωτες που της έδωσαν μονάχα πόνο».
Παντρεύεται, για πρώτη φορά, τον άλλοτε κρυφό της εραστή Λισιέν Μορισέ, το 1961 και μαζί ταξιδεύουν στον κόσμο, γεύονται την ευτυχία και αποκτούν το ωραίο σπίτι στην καρδιά της Μονμάρτης που οι δημοσιογράφοι αποκαλούν «Κάστρο της Ερωμένης». Αλλά η Δαλιδά που «πάντοτε διψούσε για το απόλυτο, ζώντας τα πάντα στα κόκκινα», όπως επισημαίνει η Βενέτη αρχίζει να πλήττει διασκεδάζοντας στα εφήμερα ταξίδια της στην αγκαλιά του Ζαν Σομπιέσκι, τον οποίο στη συνέχεια χωρίζει όταν ερωτεύεται κεραυνοβόλα τον ωραίο και άκρως ταλαντούχο συνθέτη και ερμηνευτή Λουίτζι Τένκο.
Το αστραφτερό ζευγάρι θα τραβήξει πάνω τα φλας των παπαράτσι που τους ακολουθούν παντού και το 1966 θα βρεθούν μαζί στο περίφημο φεστιβάλ του Σαν Ρέμο μόνο που ο Τζίτζι δεν θα έχει τη διάκριση που περίμενε. Λίγο αργότερα η αγαπημένη του θα τον βρει νεκρό στο δωμάτιο του αφού θα έχει καταναλώσει τεράστιες δόσεις βαρβιτουρικών και κονιάκ. Ο Τζίτζι είναι ο έρωτας που δεν ξεπέρασε ποτέ αλλά και η αφορμή να ερμηνεύσει ένα από τα πιο αξέχαστα κομμάτια της καριέρας της.
Τρεις μήνες μετά θα προχωρήσει στην πρώτη της απόπειρα μόνο που, ευτυχώς, δεν τα καταφέρνει. Ξεπερνάει την κατάθλιψη με μαθήματα ανατολικής φιλοσοφίας, που ήταν πολύ της μόδας τότε και επιστρέφοντας στο μοναδικό της καταφύγιο, το κοινό της που την αποθεώνει. Αφιερώνει στον Τζίτζι τη μεγάλη της επιτυχία «Gigi l’amoroso» και κάνει στροφή στο ποιοτικό ρεπερτόριο ερμηνεύοντας Νίνο Ρότα και απολαμβάνοντας υψηλές τιμές όπως το Μετάλλιο της Προεδρικής Δημοκρατίας που της απονέμει ο ίδιος ο Σαρλ Ντε Γκολ.
Η σχέση της με την πολιτική δεν τελειώνει, ωστόσο, εδώ αφού ο μυστικός της έρωτας με τον Φρανσουά Μιτεράν, κάποια χρόνια αργότερα θα προκαλέσει πολιτικό σκάνδαλο στη Γαλλία οδηγώντας στη θλίψη τον μόνιμο μέχρι τότε εραστή της Ριζάρ Σανφρέ. Υπάρχει, όμως, και άλλος άνδρας που δεν μπορεί για χρόνια να ξεπεράσει τον χωρισμό τους: τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Τένκο, αυτοκτονεί και ο πρώτος της σύζυγος, που στεκόταν όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό της, ο Λισιάν Μορισέ σε ηλικία μόλις 41 ετών.
Ο κύκλος της θλίψης δεν λέει να κλείσει για τη Δαλιδά που ζει για τον έρωτα ξέροντας ότι ταυτόχρονα είναι αυτός που την πεθαίνει. «Πήγαινε διαρκώς από το ζενίθ στο ναδίρ, πέθαινε και ξαναγεννιόταν γι αυτό και είχαν τόσο ένταση οι ερμηνείες της», μας επισημαίνει η Βενέτη. «Το συναίσθημα ήταν που της έδινε τη δύναμη ώστε να ματώνει και ξανασηκώνεται. Οι αντιστάσεις της στη θλίψη είχαν σχεδόν πάντα να κάνουν με το τραγούδι, το μόνο που ίσως τη φόρτιζε με την ενέργεια που χρειαζόταν ώστε να μπορεί να συνεχίζει. Οι ρυθμοί από μελαγχολικοί άλλοτε γίνονταν πιο γρήγορα, οι ντισκομπάλες φώτιζαν πιο έντονα τις νύχτες χαρίζοντας τους νταση και φως, κάτω από το οποίο κρύβονταν τα πιο ακραία σκοτάδια». Δυο χρόνια μετά τον Μορισέ, ο Σανφρέ, ένας άλλος εραστής, ο εκκεντρικός “κόμης”, όπως αποκαλούσαν αυτόν τον παράξενο εικαστικό και αλχημιστή, βάζει μπρος το αυτοκίνητο του και εισπνέει το καυσαέριο που θα τον στείλει στον άλλο κόσμο, έναν κόσμο πολύ μικρό και πολύ λίγο χωρίς τη Δαλιδά για να τον αντέξει.
«Φέρνω κακή τύχη σε όσους αγαπώ» θα πει η ίδια λίγο αργότερα έχοντας πλέον την επίγνωση ότι ακόμα και αν κάποιοι εραστές της, όπως ο Αλεν Ντελόν, δεν υπέκυψαν ποτέ στη δίνη της μελαγχολίας, η ίδια δεν θα γλύτωνε ποτέ από την κατάρα που ήθελε την απόλυτη επιτυχία να μοιάζει αβάσταχτη μπροστά στο κενό που υπήρχε πάντα στην ψυχή της. Το πρωί του Σαββάτου, δυο μέρες μετά την πρωτομαγιά του 87, η Δαλιδά κλείνει κανονικά τα ραντεβού της αλλά επικαλούμενη κούραση ζητάει να αποσυρθεί στο δωμάτιο της. Πίνει ένα κουτί βαρβιτουρικά και δεν ξυπνάει ποτέ βυθίζοντας εκατομμύρια θαυμαστές της στη θλίψη.
«Θα ήθελα πολύ να ξέρω ποια δύναμη την οδήγησε να πάρει εκείνα τα χάπια γιατί για μένα ήταν απόλυτη πράξη θάρρους», μας λέει η Βενέτη που επιμένει κάπως μεταφυσικά ότι η Δαλιδά της δίνει την ενέργεια και τη δύναμη που χρειάζεται ώστε να μπορέσει να ανέβει και πάλι στη σκηνή ενσαρκώνοντας μια ερμηνεύτρια με την οποία μοιράζεται πολλά περισσότερα από τη σατανική ομοιότητα-το αληθινό πάθος για το τραγούδι. Κρατάει, άλλωστε, ως ζωντανό μάθημα από εκείνη την απόλυτη ενέργεια που είχε στη σκηνή αλλά και τη δημιουργική επαφή που έτρεφε με το κοινό.
«Μπορεί κάποιες φορές να έμοιαζε απρόσιτη αλλά φρόντιζε να μαζεύει κάθε Κυριακή τους φίλους της και να τους μαγειρεύει μακαρόνια βάζοντας τους τα τραγούδια της. Ήξερε,με άλλα λόγια, να είναι ανθρώπινη αν και απόλυτη σταρ και να αναζητά τη ζεστασιά και την αγάπη», καταλήγει η Βενέτη. «Και αυτό δείχνει πολλά γιατί είναι πολύ δύσκολο να βρίσκεσαι πάντα στην πρώτη γραμμή και το όνομα σου να μένει ζωντανό και μετά θάνατον, αν δεν είσαι αυθεντικός. Γιατί αυτό που κάνει τελικά έναν τραγουδιστή διαχρονικό είναι μόνο η αλήθεια». Ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε τη σπουδαία ερμηνεύτρια και πάλι μέσα από μια παράσταση που αναμένεται να ομορφύνει με τον καλύτερο τρόπο τις πρώτες μέρες του φθινοπώρου στον ωραίο, ανοιχτό χώρο του θεάτρου Άλσους.
ΠΗΓΗ: protothema